ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ - ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΣ
Δημοσιεύτηκε: 10 Νοέμ 2012, 12:05
Η χρέωση εξόδων διαχείρισης λογαριασμού με την μορφή είσπραξης ποσού από κατάθεση χρημάτων σε λογαριασμό ταμιευτηρίου ή τρεχούμενο έχει κριθεί (σε υπόθεση της Τράπεζας Πειραιώς) καταχρηστική. Μπορούμε να διεκδικήσουμε την επιστροφή όσων χρημάτων μας κράτησαν (τα οποία ποσοστιαία, σε σχέση με το ποσό των καταθέσεων, είναι αρκετά), με δυναμική διαμαρτυρία και απειλή καταγγελιών (αν χρειαστεί αγωγή την κάνω εγώ, αλλά ας εξαντλήσουμε πρώτα την οδό της πειθούς).
Παραθέτω έναν σύνδεσμο (δελτίο τύπου της ΕΚΠΟΙΖΩ) και μία απόφαση (κείμενο).
http://www.ekpizo.gr/sites/default/file ... %CE%A3.pdf
ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)
ΕφΑθ 3956/2008
[...]
Ο Ν 2251/1994 αποτελεί ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5.4.1993 "σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές" στην παρ. 1 του άρθρου 3 της οποίας ορίζεται ότι: "ρήτρα σύμβασης που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, θεωρείται καταχρηστική, όταν παρά την απαίτηση της καλής πίστεως, δημιουργεί σε βάρος του καταναλωτή σημαντική ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, τα απορρέοντα από τη σύμβαση", ενώ, κατά τη διάταξη του άρθρου 8 της ίδιας Οδηγίας, "τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή διατηρούν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα Οδηγία, αυστηρότερες διατάξεις σύμφωνα προς τη συνθήκη, για να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή".
Με τους Γενικούς Όρους των Συναλλαγών (ΓΟΣ) είτε επιχειρείται απόκλιση από ρυθμίσεις του ενδοτικού δικαίου είτε ρυθμίζονται πρόσθετα στοιχεία που δεν αντιμετωπίζονται από διατάξεις ενδοτικού δικαίου. Η ρύθμιση της παρ. 6 του άρθρου 2 του Ν 2251/1994 αποτελεί εξειδίκευση του βασικού κανόνα της διατάξεως του άρθρου 281 του ΑΚ για την απαγόρευση καταχρηστικής ασκήσεως ενός δικαιώματος ή χρήσεως ενός θεσμού (της συμβατικής ελευθερίας). Ενόψει τούτου, ο έλεγχος του κύρους του περιεχομένου ΓΟΣ βασικά προσανατολίζεται προς τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ. Με τους ΓΟΣ δεν απαγορεύεται η απόκλιση από οποιαδήποτε διάταξη ενδοτικού δικαίου αλλά μόνο από εκείνες που φέρουν "καθοδηγητικό" χαρακτήρα ή σε περίπτωση άτυπων συναλλακτικών μορφών από τα ουσιώδη, για την επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της φύσεως της συμβάσεως, δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών, που απηχούν πράγματι δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη για συγκεκριμένο είδος συναλλαγής. Καταχρηστικός και συνεπώς άκυρος είναι κάθε ΓΟΣ, ο οποίος, χωρίς επαρκή και εύλογη αιτία, αποκλίνει από ουσιώδεις και βασικές αξιολογήσεις του ενδοτικού δικαίου, δηλαδή από τις τυπικές και συναλλακτικά δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη. Η καθοδηγητική λειτουργία του ενδοτικού δικαίου διαταράσσεται, όταν με το περιεχόμενο του ΓΟΣ αλλάζει η εικόνα που έχει διαμορφωθεί με βάση τους κανόνες του ενδοτικού δικαίου για τη συγκεκριμένη συμβατική μορφή. Επίσης, ελέγχεται για καταχρηστικότητα ρύθμιση ενός ΓΟΣ, με τον οποίο επέρχεται περιορισμός θεμελιωδών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που προκύπτουν από τη φύση της συμβάσεως κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να απειλείται ματαίωση του σκοπού της. Έτσι, η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6 του Ν 2251/1994, στη νέα διατύπωση της με το Ν 2741/1999, πρέπει να ερμηνεύεται, μέσω τελολογικής συστολής του γράμματος της, προς την κατεύθυνση της "ουσιώδους διαταράξεως" της συμβατικής ισορροπίας. Αυτή ταυτίζεται με κάθε απόκλιση από τις καθοδηγητικού και μόνο χαρακτήρα διατάξεις του ενδοτικού δικαίου ή από τις ρυθμίσεις εκείνες, που είναι αναγκαίες για την επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της συμβάσεως με βάση το ενδιάμεσο πρότυπο του συνήθως απρόσεκτου μεν ως προς την ενημέρωση του, αλλά διαθέτοντας τη μέση αντίληψη κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του αποφάσεως καταναλωτή του συγκεκριμένου είδους αγαθών ή υπηρεσιών (ΑΠ 1219/2001, ό.π., ΑΠ 296/2001 ΕλλΔνη 42,1321, ΑΠ 1030/2001 ό.π.). Η παράλειψη ενημερώσεως του καταναλωτή επί ΓΟΣ καθιστά αυτόν αδιαφανή και εντεύθεν καταχρηστικό, ως επίσης και η πρόσδοση σε τέτοιο όρο ορισμένου περιεχομένου, εξαγομένου από τη σιωπηρή συμπεριφορά του καταναλωτή (ΑΠ 1219/2001 ό.π., ΑΠ 1030/2001 ό.π.).
Από την εκτίμηση των [...]
Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 9 περ. β` Ν 2251/1994, για τον καθορισμό της χρηματικής ικανοποίησης, που επιδικάζεται επί συλλογικής αγωγής, για τη βλάβη που υπέστη το καταναλωτικό κοινό, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ιδίως την ένσταση της προσβολής της έννομης τάξης που συνιστά η παράνομη συμπεριφορά, το μέγεθος της εναγόμενης επιχείρησης του προμηθευτή και ιδίως τον ετήσιο κύκλο εργασιών της, καθώς και τις ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης. Όπως δε προαναφέρθηκε στην ως άνω μείζονα σκέψη, η χρηματική ικανοποίηση ζητείται από την ένωση ως εκφραστή του κοινού καταναλωτικού συμφέροντος και έχει κυρωτικό χαρακτήρα και όχι αποκαταστατικό, ώστε να μην απαιτείται για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης των παραβατών υπαιτιότητα αυτών ή ζημία καταναλωτών και αποτελεί κατ` ουσία αστική κύρωση, την οποία επιβάλει με τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου αστικό δικαστήριο σε βάρος προμηθευτή για την επιδειχθείσα αντικαταναλωτική συμπεριφορά του, ο δε χαρακτηρισμός της ως "χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης" έχει περιεχόμενο τελείως διαφορετικό από αυτό που έχει η διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ, αφού τα κριτήρια που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 9 εδ. β` του Ν 2251/1994 για τον καθορισμό του ύψους της, αφορούν την πλευρά του υπόχρεου και όχι του δικαιούχου και αναφέρονται ιδίως στην ένσταση της προσβολής της έννομης τάξης, στο μέγεθος της εναγομένης επιχείρησης, στον ετήσιο κύκλο των εργασιών της και στις ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης, χωρίς να αναφέρεται πουθενά στο νόμο η ηθική μείωση της ένωσης καταναλωτών (Ματθία, Η νομική φύση και τα αποτελέσματα της συλλογικής αγωγής ΕλλΔνη 38,3, σημ. Κρητικού, ΕλλΔνη 39,699, ΑΠ 1219/2001 ό.π., ΑΠ 296/2001 ΕλλΔνη 42,1321, ΕφΑθ 5760/2001 ΕλλΔνη 43,219, ΕφΑθ 3285/1998 ΕλλΔνη 39,1334). [...]
Υπό τα ως άνω αποδειχθέντα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απαγόρευσε στην εναγομένη "Τράπεζα ... ΑΕ" να χρησιμοποιεί στις συμβάσεις που συνάπτει με τους καταναλωτές πελάτες της, τους παρακάτω γενικούς όρους συναλλαγών: 1) Τον ΓΟΣ που εμπεριέχεται στο σχετικό κατάλογο προμηθειών, με το χαρακτηρισμό "Έξοδα Κινήσεων Λογαριασμών (Αναλήψεις, Καταθέσεις Μετρητών ή και Επιταγών στα Ταμεία)" σε "Λογαριασμούς Ευρώ Ταμιευτηρίου ή Τρεχούμενους" και επιβάλλει για την κάθε κίνηση λογαριασμού ταμιευτηρίου ή τρεχούμενου, που αφορά ανάληψη ή κατάθεση μετρητών ή κατάθεση επιταγής στα Ταμεία προμήθεια ποσού 0,80 ευρώ ανά συναλλαγή, όταν οι κινήσεις είναι περισσότερες από τέσσερις (4) το μήνα και ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο έως 1.500 ευρώ ή περισσότερες από έξι (6) το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο από 1.500,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ ή περισσότερες από είκοσι (20) ευρώ το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο από 30.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ ή περισσότερες από πενήντα (50) το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μηνιαίο υπόλοιπο από 100.000,01 έώς 200.000 ευρώ, 2) τον ΓΟΣ που εμπεριέχεται στο τιμολόγιο της και περιγράφεται ως "προμήθεια κατάθεσης μετρητών υπέρ τρίτων με καταχώρηση ειδικών οδηγιών" και επιβάλλει στον καταναλωτή, που καταθέτει στα καταστήματα της μετρητά σε ευρώ σε λογαριασμό, που διατηρεί τρίτος σ` αυτή, προμήθεια κατάθεσης μετρητών ύψους 1,40 ευρώ, 3) τον ΓΟΣ, που εμπεριέχεται στις δανειακές συμβάσεις (στεγαστικά δάνεια), που συνάπτει η εναγομένη με τους καταναλωτές και ο οποίος προβλέπει την κατάθεση του προϊόντος του δανείου σε δεσμευμένο λογαριασμό του οφειλέτη στην Τράπεζα και τη σταδιακή αποδέσμευση αυτού με την ταυτόχρονη όμως καταβολή τόκου εκ μέρους του οφειλέτη-καταναλωτή για το σύνολο του ποσού του δανείου και όχι για το μέρος αυτού το οποίο βρίσκεται στη διάθεση του και απείλησε σε βάρος της εναγομένης χρηματική ποινή, ύψους τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, για κάθε παράβαση της απαγορευτικής χρήσης των ανωτέρω γενικών όρων συναλλαγών των επιδίκων συμβάσεων στεγαστικού δανείου, δεν έσφαλε. Αντίθετα, όμως, αναγνωρίζοντας η εκκαλουμένη ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα ως χρηματική ικανοποίηση το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, έσφαλε ως προς το ύψος του ποσού και θα πρέπει να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο περί επιδικάσεως χρηματικής ικανοποιήσεως κατά παραδοχή του ως άνω σχετικού λόγου της εφέσεως του εκκαλούντος. Περαιτέρω, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό για να εξεταστεί στην ουσία της, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα εκατό χιλ. (100.000) ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, μέρος από τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν εν μέρει σε βάρος της εφεσίβλητου, λόγω της μερικής ήττας και νίκης της (άρθρο 178 παρ. 1 και 183 ΚΠολΔ).
(Απορρίπτει την έφεση.)
Παραθέτω έναν σύνδεσμο (δελτίο τύπου της ΕΚΠΟΙΖΩ) και μία απόφαση (κείμενο).
http://www.ekpizo.gr/sites/default/file ... %CE%A3.pdf
ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)
ΕφΑθ 3956/2008
[...]
Ο Ν 2251/1994 αποτελεί ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5.4.1993 "σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές" στην παρ. 1 του άρθρου 3 της οποίας ορίζεται ότι: "ρήτρα σύμβασης που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, θεωρείται καταχρηστική, όταν παρά την απαίτηση της καλής πίστεως, δημιουργεί σε βάρος του καταναλωτή σημαντική ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, τα απορρέοντα από τη σύμβαση", ενώ, κατά τη διάταξη του άρθρου 8 της ίδιας Οδηγίας, "τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή διατηρούν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα Οδηγία, αυστηρότερες διατάξεις σύμφωνα προς τη συνθήκη, για να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη προστασία του καταναλωτή".
Με τους Γενικούς Όρους των Συναλλαγών (ΓΟΣ) είτε επιχειρείται απόκλιση από ρυθμίσεις του ενδοτικού δικαίου είτε ρυθμίζονται πρόσθετα στοιχεία που δεν αντιμετωπίζονται από διατάξεις ενδοτικού δικαίου. Η ρύθμιση της παρ. 6 του άρθρου 2 του Ν 2251/1994 αποτελεί εξειδίκευση του βασικού κανόνα της διατάξεως του άρθρου 281 του ΑΚ για την απαγόρευση καταχρηστικής ασκήσεως ενός δικαιώματος ή χρήσεως ενός θεσμού (της συμβατικής ελευθερίας). Ενόψει τούτου, ο έλεγχος του κύρους του περιεχομένου ΓΟΣ βασικά προσανατολίζεται προς τη διάταξη του άρθρου 281 του ΑΚ. Με τους ΓΟΣ δεν απαγορεύεται η απόκλιση από οποιαδήποτε διάταξη ενδοτικού δικαίου αλλά μόνο από εκείνες που φέρουν "καθοδηγητικό" χαρακτήρα ή σε περίπτωση άτυπων συναλλακτικών μορφών από τα ουσιώδη, για την επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της φύσεως της συμβάσεως, δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών, που απηχούν πράγματι δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη για συγκεκριμένο είδος συναλλαγής. Καταχρηστικός και συνεπώς άκυρος είναι κάθε ΓΟΣ, ο οποίος, χωρίς επαρκή και εύλογη αιτία, αποκλίνει από ουσιώδεις και βασικές αξιολογήσεις του ενδοτικού δικαίου, δηλαδή από τις τυπικές και συναλλακτικά δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη. Η καθοδηγητική λειτουργία του ενδοτικού δικαίου διαταράσσεται, όταν με το περιεχόμενο του ΓΟΣ αλλάζει η εικόνα που έχει διαμορφωθεί με βάση τους κανόνες του ενδοτικού δικαίου για τη συγκεκριμένη συμβατική μορφή. Επίσης, ελέγχεται για καταχρηστικότητα ρύθμιση ενός ΓΟΣ, με τον οποίο επέρχεται περιορισμός θεμελιωδών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που προκύπτουν από τη φύση της συμβάσεως κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να απειλείται ματαίωση του σκοπού της. Έτσι, η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 6 του Ν 2251/1994, στη νέα διατύπωση της με το Ν 2741/1999, πρέπει να ερμηνεύεται, μέσω τελολογικής συστολής του γράμματος της, προς την κατεύθυνση της "ουσιώδους διαταράξεως" της συμβατικής ισορροπίας. Αυτή ταυτίζεται με κάθε απόκλιση από τις καθοδηγητικού και μόνο χαρακτήρα διατάξεις του ενδοτικού δικαίου ή από τις ρυθμίσεις εκείνες, που είναι αναγκαίες για την επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της συμβάσεως με βάση το ενδιάμεσο πρότυπο του συνήθως απρόσεκτου μεν ως προς την ενημέρωση του, αλλά διαθέτοντας τη μέση αντίληψη κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του αποφάσεως καταναλωτή του συγκεκριμένου είδους αγαθών ή υπηρεσιών (ΑΠ 1219/2001, ό.π., ΑΠ 296/2001 ΕλλΔνη 42,1321, ΑΠ 1030/2001 ό.π.). Η παράλειψη ενημερώσεως του καταναλωτή επί ΓΟΣ καθιστά αυτόν αδιαφανή και εντεύθεν καταχρηστικό, ως επίσης και η πρόσδοση σε τέτοιο όρο ορισμένου περιεχομένου, εξαγομένου από τη σιωπηρή συμπεριφορά του καταναλωτή (ΑΠ 1219/2001 ό.π., ΑΠ 1030/2001 ό.π.).
Από την εκτίμηση των [...]
Σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 9 περ. β` Ν 2251/1994, για τον καθορισμό της χρηματικής ικανοποίησης, που επιδικάζεται επί συλλογικής αγωγής, για τη βλάβη που υπέστη το καταναλωτικό κοινό, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ιδίως την ένσταση της προσβολής της έννομης τάξης που συνιστά η παράνομη συμπεριφορά, το μέγεθος της εναγόμενης επιχείρησης του προμηθευτή και ιδίως τον ετήσιο κύκλο εργασιών της, καθώς και τις ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης. Όπως δε προαναφέρθηκε στην ως άνω μείζονα σκέψη, η χρηματική ικανοποίηση ζητείται από την ένωση ως εκφραστή του κοινού καταναλωτικού συμφέροντος και έχει κυρωτικό χαρακτήρα και όχι αποκαταστατικό, ώστε να μην απαιτείται για τη στοιχειοθέτηση της ευθύνης των παραβατών υπαιτιότητα αυτών ή ζημία καταναλωτών και αποτελεί κατ` ουσία αστική κύρωση, την οποία επιβάλει με τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου αστικό δικαστήριο σε βάρος προμηθευτή για την επιδειχθείσα αντικαταναλωτική συμπεριφορά του, ο δε χαρακτηρισμός της ως "χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης" έχει περιεχόμενο τελείως διαφορετικό από αυτό που έχει η διάταξη του άρθρου 932 του ΑΚ, αφού τα κριτήρια που προβλέπονται από τη διάταξη του άρθρου 10 παρ. 9 εδ. β` του Ν 2251/1994 για τον καθορισμό του ύψους της, αφορούν την πλευρά του υπόχρεου και όχι του δικαιούχου και αναφέρονται ιδίως στην ένσταση της προσβολής της έννομης τάξης, στο μέγεθος της εναγομένης επιχείρησης, στον ετήσιο κύκλο των εργασιών της και στις ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης, χωρίς να αναφέρεται πουθενά στο νόμο η ηθική μείωση της ένωσης καταναλωτών (Ματθία, Η νομική φύση και τα αποτελέσματα της συλλογικής αγωγής ΕλλΔνη 38,3, σημ. Κρητικού, ΕλλΔνη 39,699, ΑΠ 1219/2001 ό.π., ΑΠ 296/2001 ΕλλΔνη 42,1321, ΕφΑθ 5760/2001 ΕλλΔνη 43,219, ΕφΑθ 3285/1998 ΕλλΔνη 39,1334). [...]
Υπό τα ως άνω αποδειχθέντα, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απαγόρευσε στην εναγομένη "Τράπεζα ... ΑΕ" να χρησιμοποιεί στις συμβάσεις που συνάπτει με τους καταναλωτές πελάτες της, τους παρακάτω γενικούς όρους συναλλαγών: 1) Τον ΓΟΣ που εμπεριέχεται στο σχετικό κατάλογο προμηθειών, με το χαρακτηρισμό "Έξοδα Κινήσεων Λογαριασμών (Αναλήψεις, Καταθέσεις Μετρητών ή και Επιταγών στα Ταμεία)" σε "Λογαριασμούς Ευρώ Ταμιευτηρίου ή Τρεχούμενους" και επιβάλλει για την κάθε κίνηση λογαριασμού ταμιευτηρίου ή τρεχούμενου, που αφορά ανάληψη ή κατάθεση μετρητών ή κατάθεση επιταγής στα Ταμεία προμήθεια ποσού 0,80 ευρώ ανά συναλλαγή, όταν οι κινήσεις είναι περισσότερες από τέσσερις (4) το μήνα και ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο έως 1.500 ευρώ ή περισσότερες από έξι (6) το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο από 1.500,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ ή περισσότερες από είκοσι (20) ευρώ το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μέσο μηνιαίο υπόλοιπο από 30.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ ή περισσότερες από πενήντα (50) το μήνα, όταν ο λογαριασμός έχει μηνιαίο υπόλοιπο από 100.000,01 έώς 200.000 ευρώ, 2) τον ΓΟΣ που εμπεριέχεται στο τιμολόγιο της και περιγράφεται ως "προμήθεια κατάθεσης μετρητών υπέρ τρίτων με καταχώρηση ειδικών οδηγιών" και επιβάλλει στον καταναλωτή, που καταθέτει στα καταστήματα της μετρητά σε ευρώ σε λογαριασμό, που διατηρεί τρίτος σ` αυτή, προμήθεια κατάθεσης μετρητών ύψους 1,40 ευρώ, 3) τον ΓΟΣ, που εμπεριέχεται στις δανειακές συμβάσεις (στεγαστικά δάνεια), που συνάπτει η εναγομένη με τους καταναλωτές και ο οποίος προβλέπει την κατάθεση του προϊόντος του δανείου σε δεσμευμένο λογαριασμό του οφειλέτη στην Τράπεζα και τη σταδιακή αποδέσμευση αυτού με την ταυτόχρονη όμως καταβολή τόκου εκ μέρους του οφειλέτη-καταναλωτή για το σύνολο του ποσού του δανείου και όχι για το μέρος αυτού το οποίο βρίσκεται στη διάθεση του και απείλησε σε βάρος της εναγομένης χρηματική ποινή, ύψους τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, για κάθε παράβαση της απαγορευτικής χρήσης των ανωτέρω γενικών όρων συναλλαγών των επιδίκων συμβάσεων στεγαστικού δανείου, δεν έσφαλε. Αντίθετα, όμως, αναγνωρίζοντας η εκκαλουμένη ότι η εναγομένη οφείλει να καταβάλει στην ενάγουσα ως χρηματική ικανοποίηση το συνολικό ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ, έσφαλε ως προς το ύψος του ποσού και θα πρέπει να εξαφανιστεί κατά το κεφάλαιο περί επιδικάσεως χρηματικής ικανοποιήσεως κατά παραδοχή του ως άνω σχετικού λόγου της εφέσεως του εκκαλούντος. Περαιτέρω, πρέπει να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό για να εξεταστεί στην ουσία της, να γίνει εν μέρει δεκτή η αγωγή και να υποχρεωθεί η εναγομένη να καταβάλει στον ενάγοντα εκατό χιλ. (100.000) ευρώ νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής. Τέλος, μέρος από τα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν εν μέρει σε βάρος της εφεσίβλητου, λόγω της μερικής ήττας και νίκης της (άρθρο 178 παρ. 1 και 183 ΚΠολΔ).
(Απορρίπτει την έφεση.)